Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Εντίθ Πιάφ

"Non je ne regrette rien!"

Τίποτα, απολύτως τίποτα ...
Όχι δε μετανιώνω για τίποτα ...

Ούτε για το καλό που μου έχουν κάνει
Ούτε για το κακό,
Τίποτα δε με νοιάζει!

Τίποτα, απολύτως τίποτα ...
Όχι δεν μετανιώνω για τίποτα ...

Πλήρωσα ...
Τελείωσα ...
Τα ξέχασα ...
Το παρελθόν δε με νοιάζει.

Και τις αναμνήσεις μου
Όλες τις έκαψα ...
Λύπες και Χαρές
Δε χρειάζομαι πια.
Με τους έρωτες τελείωσα
Και με τα καρδιοχτύπια ...
Για πάντα τα ξέχασα
Και στο μηδέν γυρνάω.

Τίποτα, απολύτως τίποτα ...
Όχι δε μετανιώνω για τίποτα ...

Ούτε για το καλό που μου έχουν κάνει
Ούτε για το κακό,
Τίποτα δε με νοιάζει!

Τίποτα, απολύτως τίποτα ...
Όχι δε μετανιώνω για τίποτα ...

Γιατί η ζωή μου ...
Οι χαρές μου ...
Σήμερα ...
Αρχίζουν με εσένα.

The Eden Project, Cornwall, UK

http://www.edenproject.com/

The hours - 2 θεατρικές σκηνές απ'την ταινία

Προσπάθεια της Βιρτζίνια Γούλφ να φύγει στο Λονδίνο

Σταθμός του τραίνου, 1923


Α=Βιρτζίνια Γούλφ

Β=σύζυγος της Βιρτζίνια Γούλφ
Α. Α κύριε Γούλφ, τι αναπάντεχη έκπληξη!

Β. Θα μου πείς τι ακριβώς σκοπεύεις να κάνεις;

Α. Τι σκοπεύω να κάνω;

Β. Σ' έψαξα στο σπίτι αλλά είχες φύγει.

Α. Ασχολιόσουν με τον κήπο και δεν ήθελα να σ'ενοχλήσω.

Β. Ενοχλούμαι όταν εξαφανίζεσαι.

Α. Δεν εξαφανίστηκα. Βγήκα μια βόλτα.

Β. Μια βόλτα; Αυτό μόνο; Μια βόλτα;
     (Παύση) Πάμε σπίτι τώρα ... Η Νέλυ κουράστηκε σήμερα. Είναι υποχρέωσή μας να φάμε το δείπνο που ετοίμασε σήμερα.

Α. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι. Φυσικά και δεν είμαστε.

Β. Βιρτζίνια πρέπει να τρώς για το δικό σου καλό.

Α. Δεν αντέχω άλλη καταπίεση. Νοιώθω σα φυλακισμένη.

Β. Ω Βιρτζίνια ...

Α. Με παρακολουθούν οι γιατροί συνέχεια. Και μου λές διαρκώς τι είναι καλύτερο για μένα.

Β. Ξέρουν αυτοί.

Α. Όχι, δεν ξέρουν.

Β. Βιρτζίνια, πρέπει να είναι ανυπόφορο για μια γυναίκα με τη δική σου ...

Α. Με τη δική μου, τι; ...

B. Με τη δική σου προσωπικότητα ... να βλέπει οτι αδυνατεί να εκτιμήσει την κατάστασή της!

Α. Και ποιός μπορεί να ξέρει καλύτερα από μένα;

Β. Έχεις άσχημο παρελθόν με την αρρώστια σου! Παλιά ήσουν σε ίδρυμα ... σε φέραμε στην εξοχή γιατί υπέφερες από κρίσεις ... μελαγχολίες, κενά μνήμης, άκουγες φωνές. Σε φέραμε εδώ για να μην κάνεις κακό στον εαυτό σου. Έκανες απόπειρα δύο φορές! Ζώ μ'αυτήν την απειλή. Έστησα το τυπογραφείο ... απλά και μόνο για να ... ασχολείσαι με κάτι ... και να ξεχνιέσαι.

Α. Αντί για κέντημα δηλαδή;

Β. Το έκανα για σένα! Για την υγεία σου! Απο Αγάπη το έκανα! Αν δεν σε ήξερα καλύτερα θα έλεγα οτι είσαι αχάριστη.

Α. Εγώ αχάριστη; Λές εμένα αχάριστη; Δεν έχω πια ζωή. Μένω σε μια πόλη, που ποτέ δεν ήθελα καν να έρθω. Ζώ μια ζωή, που δεν επέλεξα εγώ η ίδια. Γιατί ήρθαν έτσι τα πράγματα; Ήρθε η ώρα να γυρίσουμε πάλι στο Λονδίνο. Μου λείπει το Λονδίνο. Μου λείπει η ζωή εκεί.

Β. Δεν είσαι εσύ που μιλάς Βιρτζίνια. Είναι σύμπτωμα της αρρώστιας σου. Δεν είσαι εσύ.

Α. Εγώ είμαι. Εγώ, μόνον εγώ.

Β. Φταίνε οι φωνές που ακούς.

Α. Όχι, είν' η δική μου φωνή. Αργοπεθαίνω σ'αυτήν την πόλη!

Β. Αν σκεφτόσουν σωστά Βιρτζίνια, θα σκεφτόσουν οτι ... το Λονδίνο ήταν αυτό που σε έφερε  σ'αυτήν την κατάσταση.

Α. Αν σκεφτόμουν σωστά;

Β. Σε φέραμε εδώ για να ηρεμήσεις.

Α. Αν σκεφτόμουν καθαρά, θα σου έλεγα οτι ... παλεύω μόνη στο σκοτάδι, σ'ένα βαθύ σκοτάδι ... και το μόνο που ξέρω ... είναι οτι γνωρίζω μια χαρά την κατάστασή μου. Ζείς με το φόβο της απώλειάς μου. Λέοναρντ, ζώ κι εγώ με τον ίδιο φόβο. Είναι δικαίωμά μου. Δικαίωμα του κάθε ανθρώπου. Αντί για την αποπνιχτική ησυχία της επαρχίας ... επιλέγω τους έντονους ρυθμούς του Λονδίνου. Ακόμη και ο πιο παρακατιανός ασθενής ... δικαιούται να έχει γνώμη πάντα στη θεραπεία του. Έτσι καταλαβαίνει οτι είναι άνθρωπος. Μακάρι, για δικό σου καλό να άντεχα σ'αυτήν την πόλη. Αλλά, αν ήταν να διαλέξω ή το Ρίτσμοντ ή το θάνατο ... θα διάλεγα το θάνατο.

Β. Πολύ καλά. Λονδίνο. Γυρνάμε στο Λονδίνο ... (σκέφτεται σκυφτός, πάει να κλάψει) Πεινάς; Πεινάω πολύ.

Α. (Με έκφραση παραίτησης και ανώφελου να συνεχίσει) Έλα, πάμε σπίτι.

Σταθμάρχης. Το Τρένο για Λονδίνο, στη γραμμή 1. Τελικός σταθμός, Βόξχολ.

Α. Δε θα βρείς τη γαλήνη, όσο αποφεύγεις τη ζωή, Λέοναρντ.

Αναχώρηση του τρένου
Λόρα Μπράουν

κατάθεση ψυχής με αφορμή το θάνατο του γιού της, Ρίτσαρντ, 2001

Είναι στιγμές που νοιώθεις τόσο αποξενωμένος απ'όλους ... που θές ν'αυτοκτονήσεις.
Κάποτε, πήγα σ'ένα ξενοδοχείο ...
Το ίδιο βράδυ κατέστρωσα ένα σχέδιο.
Να εγκαταλείψω την οικογένειά μου ... αμέσως μόλις θα γεννιόταν το δεύτερο παιδί μου.
Αυτό ακριβώς έκανα.
Σηκώθηκα ένα πρωί ...
Έφτιαξα πρωινό ...
Πήγα στη στάση ...
Ανέβηκα στο λεωφορείο.
Τους άφησα ένα μήνυμα.
Έπιασα δουλειά σε μια βιβλιοθήκη στον Καναδά.
Μακάρι ... να μπορούσα να πώ οτι το μετάνιωσα.
Θα 'ταν πολύ εύκολο.
Αλλά τι σημασία θα είχε;
Τι σημασία έχει να μετανοιώνει κανείς ... όταν δεν υπάρχει εναλλακτική λύση;
Κι αυτό που επιλέγεις πρέπει να το υποστείς ...
Ό,τι έπαθα εγώ ... κανείς δεν πρόκειται να με συγχωρέσει.
Ο γάμος μου ήταν σκέτος θάνατος.
Γι'αυτό διάλεξα να ζήσω.

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

Πράγα - Praha

Ξάνθη - Xanthi

Τάνια Τσανακλίδου - Αν δε σ'αρέσει το Τραγούδι μου...



Αν δεν σ' αρέσει το τραγούδι μου, μην πάψεις να χαμογελάς. 
Είναι που πείνασα και δίψασα, γι' αυτό δεν είναι της χαράς. 



Αν δεν σ' αρέσει το τραγούδι μου, μη φύγεις, σε παρακαλώ. 
Πες πως εγώ στην κάθε λέξη του για τους καημούς μου σου μιλώ. 


Αν δεν σ' αρέσει το τραγούδι μου, κάνε λιγάκι υπομονή. 
Το τραγουδώ κι από το στήθος μου, θαρρώ πως φεύγει μια πληγή.



 Αν δεν σ' αρέσει το τραγούδι μου, σαν μία χάρη σ' το ζητώ: 
Μάθε μου άλλο πιο χαρούμενο κι αυτό δεν θα το ξαναπώ.


"The adventures of Tom Bombadil" by J.R.R.Tolkien, a selection

TALES FROM THE PERILOUS REALM


FAERIE is a perilous land,and in it are pitfalls for
the unwary and dungeons for the overbold. . .The 
 realm of fairy-story is wide and deep and high and
filled with many things: all manner of beasts and birds
are found there; shoreless seas and stars uncounted;
beauty that is an enchantment, and an ever-present
peril; both joy and sorrow as sharp as swords. In that
realm a man may, perhaps, count himself fortunate to
have wandered, but its very richness and strangeness
tie the tongue of a traveller who would report them.
And while he is there it is dangerous for him to ask
too many questions, lest the gates should be shut and
the keys be lost.

THE MEWLIPS

The shadows where the Mewlips dwell
Are dark and wet as ink,
And slow and softly rings their bell,
As in the slime you sink.

You sink into the slime, who dare
To knock upon their door,
While down the grinning gargoyles stare
And noisome waters pour.

Beside the rotting river-strand
The drooping willows weep,
And gloomily the gorcrows stand
Croaking in their sleep.

Over the Merlock Mountains a long and weary way,
In a mouldy valley where the trees are grey,
By a dark pool's borders without wind or tide,
Moonless and sunless, the Mewlips hide.

The cellars where the Mewlips sit
Are deep and dank and cold
With single sickly candle lit;
And there they count their gold.

Their walls are wet, their ceilings drip;
Their feet upon the floor
Go softly with a squish-flap-flip,
As they sidle to the door.

They peep out slyly; through a crack
Their feeling fingers creep,
And when they've finished, in a sack
Your bones they take to keep.

Beyond the Merlock Mountains, a long and lonely
road,
Through the spider-shadows and the marsh of Tode,
And through the wood of hanging trees and the
gallows-weed,
You go to find the Mewlips-and the Mewlips feed.

FASTITOCALON

Louk, there is Fastitocalon!
An island good to land upon,
Although 'tis rather bare.
Come leave the sea! And let us run,
Or dance, or lie down in the sun!
See, gulls are sitting there!
Beware!
Gulls do not sink.
There they may sit, or strut and prink:
Their part it is to tip the wink,
If anyone should dare
Upon that isle to settle,
Or only for a while to get
Relief from sickness or the wet,
Or maybe boil a kettle.

Ah! foolish folk, who land on HIM,
And little fires proceed to trim
And hope perhaps for tea!
It may be that His shell is thick,
Hessems to sleep; but He is quick,
And floats now in the sea
With guile;
And when He hears their tapping feet,
Or faintly feels the sudden heat,
With smile
HE dives,
And promptly turning upside down
He tips them off, and deep they drwn,
And lose their silly lives
To their surprise.
Be wise!
There are many monsters in the Sea,
But none so perilous as HE,
Old horny Fastitocalon,
Whose mighty kindred all have gone,
The last of the old Turtle-fish.
So if to save your life you wish
Then I advise:
Pay heed to sailors' ancient lore,
Set foot on no uncharted shore!
Or better still,
Your days at peace on Middle-earth
In mirth
Fulfill!

SHADOW-BRIDE

There was a man who dwelt alone,
as day and night went past
he sat as still as carven stone,
and yet no shadow cast.
The white owls perched upon his head
beneath the winter moon;
they wiped their beaks and thought him dead
under the stars of  June.

There came a lady clad in grey
in the twilight shining:
one moment she would stand and stay,
her hair with flowers entwining.
He woke, as had he sprung of stone,
and broke the spell that bound him;
he clasped her fast, both flesh and bone,
and wrapped her shadow round him.

There never more she walks her ways
by sun, or moon, or star;
she dwells below where neither days
nor any nights there are.
But once a year when caverns yawn
and hidden things awake,
they dance together then till dawn
and a single shadow make.